22.8.06

Τελικός προορισμός: Γυαλί


22/8 Ξύπνημα συνεπές στις 06:00. Δυσκολεύτηκα πολύ να ακολουθήσω, παραλίγο να έμενα στο σπίτι. Μόλις ξημέρωνε, πανέμορφη ανατολή μέσα στο πέλαγος. Μαζί με τους εργάτες της πρωινής βάρδιας στο πλοιαράκι "Νίσυρος" (8 €/άτομο με επιστροφή). Μάθαμε ότι πολλούς τους έχει φάει ο καρκίνος από την εισπνοή της ελαφρόπετρας, πρώτη ύλη για πολύ καλής ποιότητας τσιμέντο. Το εργοτάξιο ονομάζεται "ΛΑΒΑ ΑΕ" και ανήκει στην ΑΓΕΤ Ηρακλής. Το νησί αυτό, όπως και η Νίσυρος είναι ηφαιστειακής προέλευσης και αναμένω (προσωπικά) ότι σε 15-20 χρόνια θα έχει γίνει ατόλλη, όπως λέει και ο Βασίλης. Πάνω από τον ορεινό όγκο της Νισύρου ένα λεπτό σύννεφο από υγρασία εφαρμόζει πάνω από το ανάγλυφο, κυματιστό, πολύ εντυπωσιακό. Μόλις πιάνουμε προβλήτα φορτωνόμαστε τα σακίδια με φρούτα και νερά για να βρούμε την παραλία. κατευθυνόμαστε Β/ΒΑ πέρα από τον οικισμό των εργατών πάνω στη χαμηλή φλούδα γης που ενώνει τους δύο ορεινούς όγκους του νησιού, όπου βρίσκονται και τα δύο μεγάλα εργοτάξια. Κάνουμε αριστερά, προσπερνώντας ένα λοφάκι στα αριστερά και βγαίνουμε στην παραλία, όπου κατά τις 07:30 το πρωί, εμφανίζεται ένα τύπος, γύρω στα 30-40, μάλλον καθυστερημένος, ο οποίος περπατούσε στο φλοίσβο, μαζί με ένα παιδάκι περίπου 10 χρονών και ένα σκυλί να τους ακολουθεί, στη μέση του πουθενά, σχεδόν σουρεαλιστικό! Με χαιρέτισε στρατιωτικά και του είπα καλημέρα, ακολουθώντας τους άλλους, οι οποίοι είχαν μοιραστεί την ίδια έκπληξη και απορία με εμένα.
Καθίσαμε στην παραλία, δίπλα στο λοφάκι. Ήταν τραγική. Εγώ μέσα στην γκρίνια, λόγω του πρωινού ξυπνήματος, προς αναζήτηση κάποιας παραλίας όπου θα ξεροψηθούμε για κάμποσες ώρες, ήταν η χειρότερή μου. Οι μύγες που τσιμπούσαν έκαναν, τον εκνευρισμό μου μεγαλύτερο κάνοντάς με να κουκουλώνομαι με τις πετσέτες. Ο Βασίλης, πιο ορεξάτος από όλους, σηκώθηκε να περπατήσει πέρα από την παραλία και το λοφάκι, Δ/ΝΔ, όπου γυρνώντας είπε ότι βρήκε μια απίθανη μικρή παραλία, δίπλα σε ένα προβλήτα με βράχους και ένα σκουριασμένο μώλο για πρόσδεση μικρού πλοίου. Επιτέλους, κάπου που μπορούσα να σταθώ χωρίς να τσουρουφλίζομαι, χωρίς μύγες να τσιμπάνε και με μια ελαφρά αύρα να δροσίζει. Η Κατερίνα άρχισε να ψαρεύει με πεταλίδες που ξεκολλούσε με το σουγιά από το βράχο, μάταιος κόπος, τα ψάρια δεν τις καταδέχονταν παρ' όλη την πείνα τους. Μετά από λίγο ο Βασίλης έκανε βουτιά από την εξέδρα στα νερά που ήταν πεντακάθαρα. Έφερε και την πλαστική υποβρύχια μηχανή και βγάλαμε διάφορες αστείες φωτογραφίες. Μετά, πήγα και πήρα την ομπρέλα, τα φρούτα, το κρουασάν από το φούρνο, έβαλα την ομπρέλα στις σιδεριές, άπλωσα την πετσέτα, διάβασα ένα National Geographic και μετά (ως εκ θαύματος) με πήρε ο ύπνος, πρωτοφανές.
Ξύπνησα στις 13:30. Μάζεψα και στους άλλου που είχαν μαζέψει μαύρες ηφαιστειακές πέτρες, σαν από γυαλί. Νομίζω ότι πρέπει να λέγονται οψίανθοι. Μαζευτήκαμε για να γυρίσουμε στη σκάλα που έδενε το πλοίο από τη Νίσυρο. Φτάνοντας στη σκάλα, ανακαλύψαμε ότι είχαμε κάνει κύκλο για να φτάσουμε στην παραλία. Στις 15:20 εμφανίστηκαν οι ίδιοι πρωινοί εργάτες. Τραβώντας από τη σκάλα ευθεία επάνω, προσπερνά αριστερά την αποθήκη υλικών, πάει λοξά αριστερά ανάμεσα στις γεννήτριες του νησιού που μουγκρίζουν χαριτωμένα και στους πρώτους μονώροφους οικισμούς (περίπου 10-15 στον αριθμό). Προχωρώντας ανηφορικά και ευθεία, φτάνεις στην κορυφή της διαδρομής και υπάρχει μια διακλάδωση που πάει ευθεία κατηφορικά και στα αριστερά ανηφορίζει, όπου αφήνει στα δεξιά ένα αμπέλι (!) και αρχίζει η κατηφόρα προς τον κόρφο και το μώλο που καθίσαμε. Επιστρέψαμε στη Νίσυρο, ήταν πλέον μεσημέρι.
Το απόγευμα ξυπνήσαμε κατά τις 19:30. Καφέδες, γιαούρτι και πήγαμε στη Νικιά για φαΐ στο "μπαλκόνι του Ακριώτη". Λίγο δύσκολα βρήκαμε τραπέζι εκεί, λίγες οι θέσεις, καλύτερα να πας νωρίς για να πιάσεις θέση. Πήραμε σαλάτα χόρτα (ρόκα;) παρμεζάνα και λιαστή ντομάτα πολύ καλή, τηγανιές πολύ καλές και καλό το ψαρονέφρι το δικό μου και της Κατερίνας. Το όλο γεύμα πήγε 16 €/άτομο, τιμή για τα αστικά δεδομένα καλή αλλά για τα ντόπια δεδομένα, υψηλή. Το χωριό έχει υπέροχη θέα προς το πέλαγος ανατολικά, και επίσης προς την καλδέρα του ηφαιστείου πανοραμική. Τη νύχτα προς το πέλαγος δε φαίνεται τίποτε απολύτως, το απόλυτο μαύρο και από τις δύο πλευρές, μόνο κάποιο πλοίο φαινόταν φωτισμένο. Πολύ γραφική η πλατεία του χωριού με τα καφενεία.
Το πανηγύρι στην εκκλησία της Παναγιά-Κυράς (22/8) είναι γεγονός για το νησί. Επίσης δεν είναι απρόσωπο όπως τα άλλα πανηγύρια των κοσμοπολίτικων νησιών. Όλοι δείχνουν να γνωρίζονται, ανταλλάσσουν φιλοφρονήσεις και η ανάλαφρη διάθεση είναι διάχυτη. Όχι όπως σε μια γιορτή που όλοι έχουν κάτι μούτρα και μια σοβαροφάνεια μέχρι εκεί κάτω, λες και αν χαμογελάσουν ή κάνουν κάποια παλαβομάρα θα τους πάρουν οι άλλοι για τουλάχιστον γραφικούς ή γελοίους. Είχα κουραστεί, πρότεινα και στους άλλους να φύγουμε, δέχτηκαν.