1.1.05

Ανήμερα

Ξημέρωσε η Πρωτοχρονιά α λα ισλανδικά, λυκόφως. Έπρεπε να αρχίσουμε να ετοιμαζόμαστε σιγά-σιγά για να φύγουμε για το Ρέικιαβικ και την επόμενη ο Όντουρ για την αρραβωνιαστικιά του στη Σουηδία και εγώ για τα βορειοδυτικά φιόρδ. Το απόγευμα επισκεφθήκαμε τα πρώην πεθερικά της Μάγκα με τον Όντουρ. Ως συνήθως ήταν άρρωστοι. Μιλήσαμε για λίγο εγκάρδια με τον παππού μου είπε για τους Ολυμπιακούς αγώνες και του είπα για την παγκόσμια ειρήνη (!) και πως πρέπει να τη μεταδώσουμε. Κατά τις 19:00 το βράδυ φορτώσαμε τα πράγματα για να φύγουμε. Η σκηνή του αποχαιρετισμού του Όντουρ και του Κρίστιν ήταν δραματική: τα παιδιά ήταν αγκαλιά για περίπου ένα τέταρτο και να κλαίνε! Τέτοια εκδήλωση συναισθημάτων από βόρειους δε μπορώ να πω ότι θα την περίμενα ποτέ. Εν τω μεταξύ κάπου τους είχε περιπέσει η φωτογραφική μηχανή και ψάχναμε για μισή ώρα να τους βρούμε. Αφού τελικά αποφασίαμε ότι άδικα χάνουμε χρόνο και ξεκιμήσαμε. Τότε, βγαίνοτας από το σπίτι, είδα το υπερθέαμα: το Βόρειο Σέλας αυτοπροσώπως είχε κάνει την εμφάνισή του. Μία πράσινη λάμψη, σα να θροΐζει κουρτίνα, σκορπιζόταν σε τόξο από ανατολή προς δύση με κατεύθυνση το βορρά. Για να μπορέσει να φανεί, πρέπει να μη φυσάει, να μην έχει σύννεφα (λογικό!) και να έχει αρκετό κρύο (Αρκετούς βαθμούς κάτω από το μηδέν, μάλλον τότε δεν έχει υγρασία η ατμόσφαιρα). Είχα μείνει άφωνος μπροστά στο υπερθέαμα! Το αυτοκίνητο συνέχιζε την πορεία του. Διασχίζαμε τη χιονισμένη πεδιάδα προς το Ρέυκχολτ. Μόλις φτάσαμε έβγαλα τη Νίκον επάνω στο τρίποδο και την έστησα στο τρίποδο μαζί με το κουμπί για το φωτοφράχτη. Εκεί τράβηξα και τις τρεις φωτογραφίες που δείχνουν το φαινόμενο. Η Μάγκα μπήκε στο μαγειρείο το σχολείου για να ετοιμάσει κάποια πράγματα που θα χρειαζόταν σε μία σχολική γιορτή την επόμενη μέρα. Μετά πήγαμε 100 μέτρα πιό πέρα στο σπίτι της Χέλγκα και τη χαιρετήσαμε, και μετά λίγο πιό δίπλα στο σπίτι του Έιναρ που διοργάνωνε μία γιορτούλα με τα σόγια. Δεν τελειώσαμε όμως με αυτό, έπρεπε να περάσουμε να αφήσουμε το τζιπ σε ένα γνωστό τους που θα το χρειαζόταν και πήραμε το δικό του Μπε Εμ Βε. Πλεον αποφασίσαμε να συνεχίσουμε, όχι όμως πριν περάσουμε από τον πρωην άντρα της Μαγκα για να χαιρετίσει ο Όντουρ τον πατέρα του. Αυτός έμενε κοντά στην ακτή. Περάσαμε και από αυτόν μια βόλτα. Τελικά μετά από 4 ώρες φτάσαμε στο Ρέυκιαβικ, περνώντας μια τ ε ρ ά σ τ ι α φωτιά που είχαν ανάψει οι περίοικοι σε μία στοίβα από παλέττες για να γιορτάσουνε αυτά που το προηγούμενο βράδυ είχαν αναβληθεί, μαζί με πυροτεχνήματα. Ανεβήκαμε στο σπίτι της Χέκλα που μας υποδέχτηκε έχοντας ήδη στρωμένο το τραπέζι με το φαΐ. Αυτά που είχε φτιάξει ήταν αρκετά καλά. Το σπίτι της ήταν μία μεζονέτα στη συνοικία του Μπρέιδχολτ, με τον πάνω όροφο να βρίσκεται στη στέγη της πολυκατοικίας. Η θέα επίσης προς το Κόουπαβογκουρ, το Γκάρδαμπαϊρ, το Μπέσασταδιρ αλλά και το Χάφναρφγιόρδουρ, το Στράουμσβικ και το Κέφλαβικ, ήταν εκπληκτική. Επίσης φαινόταν πολύ όμορφη η άκρη του Σέλτγιαρναρνεςς, η άκρη της χερσονήσου επάνω στην οποία είναι χτισμένο το Ρέυκιαβικ. Γύρω-γύρω τα πυροτεχνήματα λυσσάγανε. Με το που τελειώσαμε καθήσαμε και μιλούσαμε. Κατά τις δώδεκα πήγαμε για ύπνο. Ο Όντουρ έπρεπε να βρίσκεται στο αεροδρόμιο στις 6:00, άρα το ξύπνημα θα ήταν κατά τις 5:00. Εγώ από τη σειρά μου δέχτηκα να πάω μαζί τους, για παρέα, παρ' ότι θα έπρεπε να ξαναξυπνήσω στις 11:30 για να φύγω για τα Βέστφιρδιρ (βόρεια φιόρδ).