31.12.04

Παραμονή Πρωτοχρονιάς

Τελικά ήρθε η παραμονή της Πρωτοχρονιάς. Ξυπνήσαμε τη συνηθισμένη ώρα (11 το πρωί, την ώρα που χάραζε δηλαδή). Η Μάγκα έφτιαξε το συνηθισμένο πρωινό: γάλατα, αλλαντικά, τυριά και δημητριακά (κορν φλέικς κτλ). Ξύπνησε και ο Όντουρ και πήραμε πρωινό. Μετά από λίγο, παρατήρησα μία ασυνήθιστη κίνηση στο τηλέφωνο. Η Μάγκα σε μία στιγμή το κλείνει και με ρωτάει ευθύς-αμέσως: "θα σε πείραζε να μην πας απόψε στο Ρέυκιαβικ;" Εγώ έμεινα κόκκαλο, αλλά διατηρώντας τη χαρακτηριστική μεσογειακή ψυχραιμία μου της απαντάω:΄"όχι, αλλά γιατί;" -"ο καιρός θα χαλάσει απόψε και αν πάμε θα δυσκολευτούμε να γυρίσουμε. Δεν είναι πολύ ευχάριστο να εγκλωβιστείς στο αυτοκίνητο στα χιόνια". Είχε πάρει ήδη τηλέφωνο στα λεωφορεία στο Σελφοςς και είχε μάθει ότι δε θα είχε δρομολόγια πιό αργά. Εξ' άλλου οι γιορτές και τα πυροτεχνήματα στο Ρέυκιαβικ είχαν αναβληθεί για το ίδιο λόγο. Μου λέει: "σε πειράζει να κάνουμε εδώ όλοι μαζί πρωτοχρονιά;". Η πρόταση αν και ήταν διαφορετική απο τα αρχικά πλάνα μου είχε οικειότητα, άσε που δεν είχα και κάποια εναλλακτική να την αρνηθώ. Τι άλλο μπορούσα να πω, είπα "ναι". Μετά άρχισε: "σίγουρα δεν έχεις πρόβλημα;","σίγουρα δε σε πειράζει;", "μήπως θέλεις να σε πάμε σε κάθε περίπτωση;". Αν και με στενοχώρησε που δε θα πήγαινα, σκέφτηκα ότι θα ήταν ενδιαφέρον να έκανα πρωτοχρονιά με μία Ισλανδική οικογένεια, να δω πως κάνουν και αυτοί πρωτοχρονιά. Αφού ξανάφτιαξα τα λαμπάκια του δέντρου που είχαν χαλάσει, κάθησα με τον Κρίστινν στην τηλεόραση που είχε αθλητική ανασκόπηση της χρονιάς. Η Μάγκα μου ανακοίνωσε ότι θα ερχόταν και μία φίλη της καθηγήτρια στο σχολείο για να γιορτάσει και αυτή μαζί. Κατά τις 9 η ώρα το βράδυ ήρθε η φίλη της. Ήταν μαμα, γιαγιά, ήταν χωρισμένη (τι ασυνήθιστο!) και είχε και boyfriend που έμενε στο Ρέυκιαβικ. Στην αρχή φάνηκε ευγενική. Η Μάγκα με συνέστησε λέγοντας το π λ ή ρ ε ς όνομά μου και με χαροποίησε ιδιαίτερα. Η Χέλγκα όπως λεγόταν, με ένα αρκετά παράξενο τρόπο, κρατώντας τα χέρια κλειστά και με ένα αργό και ήπιο τόνο στη φωνή της μου ανακοίνωσε ότι τα αγγλικά μου ήταν άψογα, σαν να προσπαθούσε να επιβληθεί στην ομήγυρη με τη σοφία της και τη γνώση της. Με ρώτησε τι με φέρνει στην Ισλανδία. Της απαντάω ότι ερωτεύτηκα τη χώρα από όταν ήμουν μικρός και της έδειξα το απόκομμα του άρθρου του 1988 από την Ελευθεροτυπία με τη Βίγκντις Φινμπογκαντόττιρ. Άρχισα να της μεταφράζω διάφορους τίτλους που είχε επάνω του το δισέλιδο: "στην Ισλανδία κουμάντο κάνουν οι γυναίκες. Οι άντρες είναι ναυτικοί". Στο άκουσμα αυτής πρότασης αυτή ξύνισε τα μούτρα και είπε: "αυτό είναι λάθος." Εμένα δε με προδιέθεσε και ιδιαίτερα, τουλάχιστον αυτό το άρθρο είναι από τα φυλαχτά μου. Μετά έχασε το ενδιαφέρον της για εμένα και το απόκομμά μου και πήγε να συζητήσει με τη Μάγκα.
Σε λίγο σερβιρίστηκε το φαΐ. Καθήσαμε. Τα παιδιά συμμαζεμένα και η Μάγκα επίσης. Η Χέλγκα μας διηγήθηκε το γαμήλιο ταξίδι της που ήταν κρουαζιέρα στη Μεσόγειο το 1983 και κάνοντας στάση στον Πειραιά, πήγε στο Αρχαιολογικό Μουσείο και θαυμάζοντας ένα άγαλμα χωρίς να τη δεί κανένας, το ακούμπησε. Της είπα ότι τώρα που το ξέρω μπορούμε κάτι να κανονίσουμε κάτω από το τραπέζι για να μην το μάθουν οι ελληνικές αρχές! Άρχισε να μας λέει για την αριστοκρατική καταγωγή της και εκεί άρχισα πραγματικά να μην πιστεύω, καθ' ότι όπως η Ελλάδα, έτσι και η Ισλανδία δεν είχαν ποτέ αστική τάξη που να κανονίζει με τα συμφέροντά της τη μοίρα του τόπου. Σαν να σου λέει κάποιος στην Ελλάδα τι γόνος μεγάλης οικογένειας είναι! Δεν αμφιβάλλω, μπορεί να είναι μορφωμένη, αλλά δε σημαίνει ότι είναι και από κάποιο τζάκι. Διέκρινα επίσης και ένα πατριωτικό/ εθνικιστικό τόνο, όπως "η ζωή στην Ισλανδία σημαίνει επιβίωση των ικανότερων" και κάτι τέτοια. Διπλωματικά απάντησα ότι σε όλες τις χώρες όταν υπάρχουν δυσκολίες επιβιώνουν οι ικανότεροι. Αυτή, ακούγοντας την απάντησή μου υποπτεύθηκε ότι αυτά που έλεγε έθιγαν τη δική μου πατριωτική συνείδηση σπεύδοντας να προσθέσει ότι "και στην Ελλάδα το ξέρω καθ' ότι είναι αρχαίος λαός και έχουν περάσει πολλά από πολλούς και μπλα μπλα...". Η άμεση διευκρίνισή μου ήταν ότι "δεν το λέω για την Ελλάδα, το λέω για όλους τους λαούς γιατί αυτό πιστεύω, δε θεωρώ την Ελλάδα κάτι πιό ειδικό από τις υπόλοιπες χώρες, τουλάχιστον σα σύγχρονη Ελλάδα και όχι σαν αρχαία."
Το φαγητό ήταν φανταστικό. Είχε το γνωστό αρνί στο φούρνο που το έκοβε λεπτεπίλεπτα σε φέτες με τη μαχαίρα ο Όντουρ και μία φανταστική πατατοσαλάτα, όλα με μία καφέ σως που μου θύμιζε τη δανέζικη που είχα φάει πριν 4 χρόνια στη Δανία, στο σπίτι της Άλις, της κόρης του Κνουτ. Μετά μαζέψαμε τα πιάτα και τα πήγαμε στην κουζίνα. Εκεί η Χέλγκα άρχισε να δείχνει τον λίγο δασκαλίστικο τρόπο της, προσπαθούσε να επιβληθεί. Μου έδινε οδηγίες και σχεδόν μου επέβαλε να πλύνω τα πιάτα γιατί η Μάγκα είχε το πρόβλημα στο χέρι. Δε με πείραξε για τα πιάτα, αυτά θα τα έκανα σε κάθε περίπτωση, αλλά την επιμονή της να της περνάει το οτιδήποτε και κυρίως κρυμμένο πίσω από την προσπάθεια να προστατέψει τη Μαγκα να μην πάθει τίποτα. Μετά είδαμε στην τηλεόραση το πρωτοχρονιάτικο σατυρικό σόου που περιγράφει τα γεγονότα της προηγούμενης χρονιάς. Μπορώ να πω ότι είχε πλάκα, καθώς η Χέλγκα μου μετέφραζε. Έδειχνε την κατάσταση με τα καταναλωτικά και στεγαστικά δάνεια (τι μου θυμίζει άραγε;), πως έδιναν κάποτε οι τράπεζες δάνεια και πως τώρα, με το περυσινό κύμα καύσωνα στην Ισλανδία, με τους Ολυμπιακούς Αγώνες και την ισλανδική εκπροσώπηση, με τα σκάνδαλα του νομοσχεδίου του ασυμβίβαστου και τον πρώην πρωθυπουργό. Εκεί που έδειχνε σε ένα σκέτς ένα χειρουργικό τραπέζι, από το τραπέζι εμφανίστηκε ένας τύπος που έμοιαζε απελπιστικά με τον πρώην πρωθυπουργό. Λέω στη Χέλγκα: "αυτός παριστάνει τον πρώην πρωθυπουργό, έτσι;" και μου απαντάει "αυτός είναι Ο ΙΔΙΟΣ ο πρωην πρωθυπουργός!". Στην αρχή δεν κατάλαβα, την ξαναρωτάω "αυτός που παίζει στο σκετς δηλαδή ΕΙΝΑΙ Ο ΙΔΙΟΣ Ο ΠΡΩΗΝ ΠΡΩΘΥΠΟΥΡΓΟΣ;" μου λέει πάλι "ναι, αυτός είναι". Εγώ έμεινα ξερός. Πρωην πρωθυπουργός και να παίζει σε σατυρικό σκέτς; Προσωπικά δεν έχω κόλλημα περί σοβαροφάνειας των πολιτικών, αλλά στη νοτιανατολίτικη πολιτική ζωή μας ένας ΟΠΟΙΟΣΔΗΠΟΤΕ πολιτικός που θα λάμβανε μέρος σε κάτι τέτοιο θα θεωρούνταν τουλάχιστον ελαφρόμυαλος, και ειδικά σε ένα σκετς που στοχεύει την πολιτική του, γιατί θα θεωρούνταν αποδοχή των λαθών του, πράγμα ασυμβίβαστο με την ελληνική νοοτροπία. Στην Ελλάδα ποτέ κανένας δεν αναλαμβάνει ευθύνες για τίποτε. Προσπαθούσα να της μεταδώσω την έκπληξή μου για την παρουσία ενός υψηλού πολιτικού προσώπου (έστω και πρώην) σε κάτι τέτοιο. Μου απάντησε "ξέρεις, σε αυτή τη χώρα ο καθένας προσπαθεί να δείχνει σκληρός και άκαμπτος, αλλά υπάρχει η κοινή αίσθηση ακόμα και όταν κάποιος βρίσκεται στην κορυφή της ιεραρχίας, δεν πρέπει να ξεχνάει ποτέ από που ξεκίνησε: όλοι σε αυτά τα χιόνια έχουμε πεθάνει, δε χρειάζεται να το παίζεις εσύ ότι απαξιείς να εμφανιστείς σε αυτό το σόου." "Εξ' άλλου αυτός ο πρωην πρωθυπουργός πριν αρχίσει την πολιτική του σταδιοδρομία έγραφε σατυρικά κείμενα που τα παρουσίαζε στο κρατικό ραδιόφωνο τη δεκαετία του '70". Κατάλαβα περί τίνος επρόκειτο αλλά ακόμα δε μπορούσα να το χωνέψω.
Στη συνεχεια ο Κρίστινν έπιασε την κιθάρα. Ο Όντουρ, η Χέλγκα και η Μάγκα άρχισαν το τραγούδι. Χωρίς να είναι στα τσακίρ κέφια, χωρίς να έχουν πιεί, τραγουδούσαν με όρεξη. Μετά ο Κρίστινν έκατσε στο πιάνο και ο νέος χρόνο μας βρήκε από πάνω του, τραγουδώντας κάποια παραδοσιακά τραγούδια για τρολ (καλλικάτζαρους) στην ενδοχώρα, που κυνηγάνε τους βοσκούς και αυτοί πέρνουν τα πιο δυνατά και γρήγορα άλογά τους για να μπορέσουν να τους ξεφύγουν.
Πιό αργά, ζήτησε από τον Κρίστινν να την πάει στο σπίτι της στο Ρέυκχολτ. Ζήτησα και εγώ να πάω για βόλτα. Στο αυτοκίνητο ησυχία. Σε κάποια στιγμή άρχισε τα ίδια: "βλέπεις τι είμαστε εμείς οι Ισλανδοί; Ο Κρίστινν με πάει με το αυτοκίνητο μέσα στα χιόνια 30 χιλιόμετρα πήγαινε-έλα, χωρίς να το σκεφτεί. Αυτό μας έκανε να επιβιώσουμε σε αυτόν τον τόπο" Δεν κρατήθηκα και της λέω: "σε όλους τους λαούς υπάρχει αλληλοβοήθεια. Και στην Ελλάδα αν κάποιος επισκέπτης μας δεν είχε αυτοκίνητο θα τον έπαιρνα και θα τον πήγαινα εκεί που ήθελε, και όχι μόνο εγώ, ο καθένας μας". "Ναι," μου λέει "και οι Έλληνες έχουν περάσει πολύ δύσκολες καταστάσεις και είναι προς τιμήν σας που το καταφέρνετε". "ευχαριστώ" της λέω, "αλλά δεν είναι μόνο οι Έλληνες που έχουν περάσει δύσκολα, είναι όλοι οι λαοί που έχουν περάσει δύσκολα". "Και το λέω αυτό γιατί έχουμε συνήθως την τάση να θεωρούμε ότι μόνο εμείς οι ίδιοι έχουμε περάσει δύσκολους καιρούς, αγνοώντας για το αν οι άλλοι έχουν βρεθεί στην ίδια κατάσταση." "Οι Έλληνες έχουν περάσει πολλά, αλλά σταματάνε μέχρι εκεί και ο (νεο)ελληνικός πολιτισμός δεν έχει να επιδείξει τίποτα σημαντικό που να τον έχει κάνει γνωστό παγκοσμίως, και δεν εννοώ τους Έλληνες που πρώτα έγιναν γνωστοί έξω και μετά ήρθαν στην Ελλάδα σαν εισαγόμενο προϊόν, μιλάω για Έλληνες που πρώτα δούλεψαν και δημιούργησαν στην Ελλάδα, έγιναν εκεί γνωστοί και στη συνέχεια έγιναν ευρύτερα γνωστοί. Τέτοιο είδος δεν υπάρχει". "Είναι σαν κάποιοι φτωχοί άξεστοι συγγενείς που ένας δικηγόρος τους ανακοινώνει ότι κληρονόμησαν την αμύθητη περιουσία ενός πλούσιου θείουκ και αυτοί μην ξέροντας τι έχουν στα χέρια τους τη σκορπάνε από 'δώ και από 'κει". Δεν πρόλαβε να μου απαντήσει είχαμε φτάσει. Τη συνόδεψα μέχρι την πόρτα και αυτή με ένα "καληνύχτα" μπήκε μέσα στο σπίτι κλείνοντας βιαστικά την πόρτα πίσω της. Δεν πειράζει, ό 'τι κατάλαβε, κατάλαβε. Μπήκα στο αυτοκίνητο και γυρίσαμε στο Μπρέκκουσκόγουρ. Ήμασταν στο έτος 2005, στην Ισλανδία.