30.12.04

Εκδρομή στα χιόνια

Κατά τις 9 το πρωί, μαύρα μεσάνυχτα δηλαδή, έσκασαν μύτη οι φίλοι των παιδιών, ο καθένας με το δικο του τζιπ ή αγροτικό. Ήταν όλοι τους εφοδιασμένοι με τις ολόσωμες φωσφοριζέ φόρμες που συνηθίζεται να τις φορούν εκεί πάνω όσοι κάνουν εξωτερικές δουλειές. Η Μάγκα ξύπνησε και μου έδωσε μία από αυτές τις φόρμες, θεωρώντας ότι τα Γκόρετεξ που έιχα από το βουνό δε θα έκαναν. Από όλους αυτούς θυμάμαι μόνο το όνομα του Έιναρ από το Ρέυκχολτ. Ήταν και ένας άλλος πιτσιρικάς με ένα HiLux και ένα χοντρούλη, συμπαθητικό παιδί στη θέση του συνοδηγού και ένας με ένα αγροτικό Dodge, που είχε φέρει και τα παιδιά του. Όλοι δώσαμε ραντεβού στο Γκέυζερ που είναι 10 περίπου χιλιόμετρα από το σπίτι της Μάγκα. Εκεί γεμίσαμε βενζίνη και ξεφουσκώσαμε τα λάστιχα, πάγια μέθοδος για να μπορείς να οδηγήσεις στο χιόνι. Πλάκα έχει, δίπλα σε αυτό το μέρος που είναι γεμάτο κίνηση το καλόκαίρι από αυτούς που έρχονται να δουν τους θερμοπίδακες, να δίνουμε εμείς ραντεβού και να μη γυρνάει κανείς να το κοιτάξει. Κάτι σαν εμάς που πάμε προς Ολυμπία και προσπερνάμε τα αρχαία. Λίγο παρακάτω περάσαμε από τον καταρράκτη του Γκούτλφος, τελευταίο σημείο πολιτισμού πριν την ενδοχώρα. Από εκεί και πέρα αρχίσαμε να μπαίνουμε στα πραγματικά ακατοίκητα εδάφη, στους δρόμους τους σημειωμένους στους οδικούς χάρτες με F-, δηλαδή δρόμοι απροσπέλαστοι χωρίς ειδικά οχήματα. Μια άσπρη έρημος μπροστά μας, με χαμηλά βουνά στο βάθος. Ο τρόπος που οδηγούνε είναι ο εξής: ο καθένας πηγαίνει όπου του αρέσει! Μπορεί φυσικά να ακολουθήσει τα χνάρια του μπροστινού, αλλά νομίζω ότι αυτό που επιζητούν είναι να κολλήσουν και να προσπαθούν να ξεκολλήσουν με επιδέξιες τιμονιές. Αυτό που χαρακτηρίζει την οδήγησή τους είναι να παίζουν με διάφορους τρόπους και είτε με απότομα τινάγματα και τέρμα γκάζι είτε με απαλές και προσεκτικές κινήσεις να προσπαθούν να ξεπεράσουν τα εμπόδια που εμφανίζονται. Πολλές φορές όταν κολλάνε, από τα άλλα αυτοκίνητα πετάγονται και προσπαθούν με σπρώξιμο να τους ξεκολλήσουν. Αν το σπρώξιμο δεν μπορεί να κάνει τίποτα, τότε ο γάτζος στον κοτσαδόρο του καθενός από τα αυτοκίνητα είναι έτοιμος για χρήση. Το πορτ μπαγκαζ του κάθε αυτοκινήτου είναι ένα σχεδόν κινητό συνεργείο με διάφορα εργαλεία.
Προχωρίσαμε αρκετά, κάπου μεταξύ Λάνγκγιούκουτλ (Μακρύς Παγετώνας) και του Μπλάφετλ (Μπλε Βουνό) σε ένα οροπέδιο που το έδερνε ο αέρας. Σε αυτό το πέρασμα ήταν ένα σημάδι για να μπορείς να καταλάβεις που βρίσκεσαι, μαζί με ένα Ratrack από αυτά που έχουν στα χιονοδρομικά κέντρα, χωρίς οδηγό. Εκεί αποφασίσαμε να επιστρέψουμε προς τα πίσω και να κατευθυνθούμε στο Φρέμσταβερ, ένα καταφύγιο ορειβατικό και ανάγκης με όλα τα απαραίτητα. Για να φτάσουμε ως εκεί διασχίσαμε ένα φαρδύ και ρηχό ποτάμι με τα αυτοκίνητα που νομίζω ότι πρέπει να κατέβαινε από τον παγετώνα. Οι υπόλοιποι ανάψαν το μάτι του γκαζιού για να ξεπαγώσουμε χίονι και να φτιάξουμε καφέ. Τα πάντα ήταν παγωμένα εκεί μέσα, εκεί τα χρειάστηκα λίγο, δεν υπήρχαν παντόφλες και τα πόδια μου, μουσκεμένα καθώς ήταν είχαν αρχίσει να ξυλιάζουν επάνω στο παγωμένο πάτωμα. Η σόμπα ήταν λίγο αδύναμη για να μπορέσει να ζεστάνει τόσο χώρο σε τόσο λίγο διάστημα με αποτέλεσμα να κρυώνω συνεχώς. Ο καφές έγινε, ένα χλιαρό πράγμα ίσα-ίσα να πούμε ότι κάτι ήπιαμε, και να τσιμπήσουμε ένα ωραίο σάντουιτς με τυρί και καπνιστό αρνί, η κλασική Ισλανδική χριστουγεννιάτικη σπεσιαλιτέ: λουκούμι! Αυτό ήταν μία παρηγοριά στο κρύο που με είχε διαπεράσει και είχε αρχίσει πλέον να διαπερνάει και το ηθικό μου. Εκεί δεν καθήσαμε παραπάνω από μία ώρα και αισίως μόλις τελειώσαμε, μαζέψαμε τους καφέδες μας και τα σκουπίδια και πήγαμε πίσω στα αυτοκίνητα, προς μεγάλη μου χαρά, καθώς θα ξαναζεσταινα το κοκκαλάκι μου. Είχε αρχίσει να ξαναχιονίζει.
Ξανά μέσα στα αυτοκίνητα, δεν είχαμε κάνει παραπάνω από τρακόσια μέτρα από το αυτοκίνητο όταν το HiLux προσπαθώντας να περάσει ένα ρυάκι σφήνωσε η ρόδα και βγήκε το λάστιχο από τη ζάντα... Τότε άρχισαν τα πανηγύρια! Άνοιξαν τα συνεργεία που υπήρχαν στα πορτ-μπαγκαζ με τεράστιους χειροκίνητους γρύλους, κομπρεσέρ που συνδέονταν στη μπαταρία. Το πιό εντυπωσιακό όμως είναι ότι δούλευαν μέσα στα παγωμένα νερά του ρυακιού! Στην αρχή δοκίμαζαν να το επαναφέρουν στη ζάντα κατ' ευθείαν και χρησιμοποίησαν μία μαγγανεία με ένα σπρέυ που αφού το ψέκαζαν στο εσωτερικό του λάστιχου, του έβαζαν από απόσταση φωτιά με αναπτήρα και αφού έκανε ένα εντυπωσιακό "φούπ", το αέριο εκρηγνυόταν μέσα στο λάστιχο, του έδινε ξανά τη φόρμα του και με τη θερμότητα κόλλαγε ξανά επάνω στη ζάντα. Δυστυχώς όμως το κόλπο δεν έπιασε. Αναγκάστηκαν να λύσουν τη ζάντα από τον τροχό, τη βάζουν με το λάστιχο επάνω στο χιόνι και ανέβηκαν τρία άτομα επάνω της και άρχισαν να χοροπηδάνε μέχρι το χείλος του λάστιχου να περάσει από την άκτρη της. Μετά από λίγο με τη βοήθεια του κομπρεσέρ, το λάστιχο είχε επανέλθει στη θέση του. Μπήκε επάνω στον τροχό, έσφιξαν τα μπουλόνια και μπήκε στη θέση του. Ο γρύλος κατέβηκε και απομακρύνθηκε και το αυτοκίνητο ήταν πλέον έτοιμο να φύγει. Ανέβηκαν λοιπόν μερικά άτομα στον πάγκο που εξέχει από την πλατφόρμα της καρότσας για να δημιουργήσουν αντίβαρο στο μπροστινό τμήμα που βρισκόταν μέσα στο χαντάκι και να μπορέσει να ξεπεράσει το εμπόδιο. Το αυτοκίνητο βγήκε από το ρυάκι και οι υπόλοιποι άρχισαν με τα φτυάρια να εξομαλύνουν ένα διπλανό σημείο για να μπορέσουν να περάσουν και τα άλλα αυτοκίνητα. Ο Όντουρ βρήκε ένα σημείο από παγωμένο χιόνι αρκετά στέρεο για να μπορεί να περάσει αυτοκίνητο. Το δικό μας σχεδόν πέρασε, πέφτοντας μόνο ένας πίσω τροχός από την υποχώρηση του χιονιού. Λίγο παρακάτω σε μία απότομη πλαγιά, το ένα αυτοκίνητο δέθηκε με το άλλο σε ορειβατικό στυλ για να μπορέσουν να ανέβουν! Μπορώ να πω ότι εντυπωσιάστηκα από τις ικανότητες και την όρεξη των παιδιών. Χωρίσαμε τελικά εκεί που είχαμε αρχίσει: στο μεγάλο γκέυζερ φουσκώνοντας τα λάστιχα για να επιστρέψουμε στην "πολιτική" χρήση των αυτοκινήτων.
Φτάσαμε στο σπίτι αρκετά κουρασμένοι. Η Μάγκα μας περίμενε και είχε μαγειρέψει μισό αρνί στο φούρνο! Μπορώ να πω ότι ή γεύση του ήταν φανταστική. Κάθησε μαζί μας και συζητήσαμε τα γεγονότα της μέρας, καθώς και το πρόγραμμα της επομένης το οποίο επρόκειτο να αλλάξει άρδην.